Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Dumbing down (και Tumbling down)

Mία από τις εκδηλώσεις του λαϊκισμού είναι το φαινόμενο «dumbing down», η έκπτωση του διανοητικού επιπέδου και η επίθεση εναντίον της «διανόησης». Το φτωχικό και διεστραμμένο περιεχόμενο της παιδείας, καθώς και τα αποτελέσματά του –πενιχρή σκέψη και έρευνα, χονδροειδής διάλογος, αποθέωση της μετριότητας και της άγνοιας– έχουν διαβρώσει το πολιτιστικό μας κεφάλαιο. Από την πλευρά του ο κυρίαρχος λαϊκιστικός λόγος –επίσημος και ανεπίσημος– απαξιώνει την ατομική προσπάθεια, προπαγανδίζει την εύκολη γνώση «για όλους» και επιβραβεύει την αμάθεια του επιλεγόμενου μικρού ανθρώπου, τον οποίον τοποθετεί, ιδεωδώς, στην πρώτη γραμμή της λήψης των αποφάσεων.

O δημόσιος λόγος υπεραπλουστεύεται υπονομεύοντας τη γλώσσα, υποβαθμίζοντας τα κριτήρια της ποιότητας και αναδεικνύοντας τα προϊόντα της λαϊκής κουλτούρας (εθνικοπατριωτικά, pastiche, εισαγόμενα χαμηλής στάθμης κτλ). Υπερπατριώτες πολιτικοί, που μέχρι χθες ήταν κοινωνικά μηδενικά, μαζί με αμετροεπείς δημοσιογράφους από εκείνους που δεν κατάφεραν να πάρουν ούτε ένα ταπεινό πτυχίο («τον/την κέρδισε η δημοσιογραφία!») διαμορφώνουν γνώμες και γούστα. Παραλλήλως, ενθαρρύνουν την ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι διαθέτουν γνώμη για όλα και έχουν το δικαίωμα να την προβάλλουν όπως μπορούν: με ουρλιαχτά, με κοινωνικό μίσος, με συκοφαντίες – όλα τα μέσα επιτρέπονται στον μικρό άνθρωπο. Ο μικρός άνθρωπος στήριξε τον ναζισμό και τον σταλινισμό· ο «λαός» ήταν ανέκαθεν το κοινό στις δημόσιες εκτελέσεις.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια παράγουν, κατά κανόνα, ψευτοπτυχιούχους: δεν πρόκειται καν για πτυχία «Μίκυ Μάους» που στερούνται ερευνητικής βάσης και προορίζονται στην εξεύρεση εργασίας στην αγορά – πρόκειται για πτυχία που χαρίζονται μετά από ήσσονα ακαδημαϊκή προσπάθεια, φιλίες με κομματικές οργανώσεις και με καθηγητές που τροφοδοτούν τις κομματικές οργανώσεις. Το εκπαιδευτικό σύστημα δεν διδάσκει πώς να σκέφτεσαι σαν ανεξάρτητος επιστήμονας και πολίτης αλλά πώς να εθίζεσαι σε κληρονομημένες ιδέες: το «κράτος» σου οφείλει τα πάντα και, την ίδια στιγμή, είσαι έρμαιο και θύμα μιας φαντασματικής άρχουσας τάξης. Το σχολείο γίνεται μια ποινή δώδεκα ή και είκοσι χρόνων –λιγοστοί είναι οι σπουδαστές που αποφοιτούν μετά από τετραετία ή πενταετία– κατά την οποίαν, όπως συμβαίνει συνήθως στις μακροχρόνιες ποινές, οι άνθρωποι καλλιεργούν κακές συνήθειες και απέχθεια (φθόνο, μνησικακία) προς την κοινωνία.
Στην Ελλάδα (αλλά όχι μόνον στην Ελλάδα) ο λαϊκισμός έχει αφαιρέσει την πολυπλοκότητα από την ανάλυση των καταστάσεων με αποτέλεσμα ανακρίβεια, παραλογισμό και dumbing down – αποβλάκωση. Και μάλιστα αποβλάκωση εκείνου του είδους που εκλαμβάνεται ως εξυπνάδα και θάρρος. Η ηλιθιοκρατία μοιάζει αποτέλεσμα κάποιου τύπου δυσγονικής, πλην όμως είναι η συνέπεια πολυετούς εχθρότητας εναντίον οποιασδήποτε μορφής στοχασμού, πνευματικής και κοινωνικής φιλοδοξίας. Πρόκειται για τη διάχυση στην ευρύτερη κοινωνία της παραδοσιακής στάσης του όχλου έναντι των ελίτ οι οποίες υποτίθεται ότι κυριαρχούν χωρίς να συνδέονται οργανικά με την κοινωνία (βλέπε το μύθο περί φιλντισένιου πύργου).
Καμιά ελίτ δεν κυριαρχεί. Αντιθέτως, ο πολιτικός λόγος και η ανώτερη εκπαίδευση αποτελούν πεδία του λαϊκισμού που απορρίπτει βιαίως τις αυθεντίες και γελοιοποιεί όσους δεν ακολουθούν το Zeitgeist. Αυτή η στάση είναι κοινή όψη των ολοκληρωτικών καθεστώτων τα οποία ευνοούν ρητορική εναντίον των διανοουμένων «με τα λευκά χέρια» και το «χάρτινο» φρόνημα. Στη δεκαετία του 1970, στην Καμπότζη, οι Κόκκινοι Χμερ εκτελούσαν όποιον φορούσε γυαλιά, ως ένδειξη «διανοουμενισμού» – όσο για τις ΗΠΑ, όπου εκτρέφεται ευρύ φάσμα πολιτικών στάσεων, ο όρος «egghead» της δεκαετίας του 1950 εξελίχθηκε στα λιγότερο απορριπτικά geek και nerd τα οποία εκφράζονται με γερές δόσεις φθόνου για τις διανοητικές δυνατότητες των geeks και των nerds.
Οι ελληνικές προκαταλήψεις ξεπερνούν κατά πολύ τις αμερικανικές. Το αντιθεσμικό μένος των Ελλήνων παρασύρει περγαμηνές και πνευματικό έργο ισοπεδώνοντας ανθρώπους και μεγέθη: στην πραγματικότητα, οι Έλληνες εμφορούνται, ανεπίγνωστα, από τη μαοϊκή ιδεολογία που κατέληξε στην Πολιτιστική Επανάσταση, η οποία ήταν ακριβώς το αντίθετο – η επέλαση των βαρβάρων.
Μια από τις συνιστώσες του σημερινού ριζοσπαστισμού –δεξιού και αριστερού– είναι η παλαβή ιδέα ότι «όλα είναι πολιτική» κι ότι η γνώση έχει ταξικό χαρακτήρα. Έτσι, οι ριζοσπάστες αναγνωρίζουν και σέβονται μόνον την κοινωνικά ωφέλιμη γνώση, εκείνη που μπορεί να συμβάλει στους πολιτικούς τους στόχους. Και, κατ’ επέκταση, αναγνωρίζουν και σέβονται μόνον τους «διανοουμένους» που προωθούν τους ίδιους στόχους, απορρίπτοντας τους υπολοίπους ως «κοινωνικά παράσιτα».
Η αντίθεση «λαού»-«ελίτ» αντικαθιστά την αντίθεση προλεταριάτου-μπουρζουαζίας και δίνει εύκολες απαντήσεις σε σύνθετα ερωτήματα. Η δημαγωγία και η πολιτική catch-all –που έχει στόχο να προσελκύσει άτομα με αποκλίνουσες κοσμοθεωρίες– τείνουν να απωθούν τους σκεπτόμενους ανθρώπους διότι, απλούστατα, οι σκεπτόμενοι άνθρωποι κινδυνεύουν να αποκαλύψουν το κενό που κρύβεται πίσω από τη θορυβώδη ρητορεία. Τα λαϊκιστικά κόμματα χρησιμοποιούν λογικές πλάνες –όπως την πλάνη της συναίνεσης (διακηρύττουν ότι η πλειοψηφία συμφωνεί μαζί τους), καθώς και μια σειρά παραλλαγές του argumentun ad populum σύμφωνα με το οποίο «ό,τι πιστεύουν οι πολλοί είναι σωστό»– και κατασκευάζουν αποδιοπομπαίους τράγους οι οποίοι ευθύνονται για τα δεινά της κοινότητας.

Το dumbing down είναι μια μορφή κατάρρευσης και επισύρει μια σειρά από αταβιστικές εκδηλώσεις μαγικού χαρακτήρα. Οι λαϊκιστές που μας κυβερνούσαν όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και εκείνοι που προσδοκούν ότι θα μας κυβερνήσουν, αποδίδουν τα κακά σε ένα είδος μόλυνσης –αστική συμπεριφορά, ευρωπαϊκή υποδούλωση, φιλοαμερικανισμό, ελιτισμό– η οποία θα απομακρυνθεί όταν αφανιστούν τα μιάσματα. Στην ουσία, οι λαϊκιστές και όλος ο μηχανισμός του dumbing down είναι ο αντικατοπτρισμός ενός συλλλογικού συμπλέγματος κατωτερότητας, της ανημπόριας για διάδραση επί ίσοις όροις

Της Σώτης Τριανταφύλλου, Αναδημοσίευση από την Athens Voice

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Αναρχίας εγκώμιον

«Αναρχισμός: (από το αρχαίο Ελληνικό Αν- και -Αρχή: εναντίον της εξουσίας) το όνομα αρχής ή θεωρίας ζωής και συμπεριφοράς, σύμφωνα με την οποία η κοινωνία νοείται χωρίς κυβέρνηση – η αρμονία σε μία τέτοια κοινωνία επιτυγχάνεται όχι με την υποταγή στο νόμο ή την υπακοή σε οποιαδήποτε εξουσία, αλλά με ελεύθερη συμφωνία ανάμεσα στις διάφορες ομάδες, τοπικές και επαγγελματικές, που έχουν συσταθεί ελεύθερα για την παραγωγή και την κατανάλωση, όπως και για την ικανοποίηση των άπειρων αναγκών και επιθυμιών ενός πολιτισμένου όντος».
Είχα μεταφράσει παλιά αυτόν τον ορισμό του αναρχισμού γραμμένο από τον σοφό Πιοτρ Κροπότκιν (εικόνα) στην Encyclopedia Britannica (11η έκδοση). Τον θυμήθηκα πάλι, γιατί διαπίστωσα πως η παρεξήγηση και η προκατάληψη γύρω από τους αναρχικούς και η ταύτισή τους με εγκληματικά στοιχεία συνεχίζεται.
Πίστευα και πιστεύω πως η ανθρώπινη κοινωνία πρέπει να τείνει και να εξελίσσεται προς μία ιδανική ελευθεριακή κατάσταση. Εννοώ την μείωση κάθε εξουσίας, βίας και αυθαιρεσίας. Άλλωστε αυτή η εξέλιξη τεκμηριώνεται ιστορικά. Πριν χίλια χρόνια σε όλη την ανθρωπότητα υπήρχαν ελάχιστοι ελεύθεροι άνθρωποι –λιγότεροι κι από το ένα τοις χιλίοις του πληθυσμού. Πόσοι ήταν οι βασιλιάδες, άρχοντες και αυτοκράτορες, πάπες και αρχιεπίσκοποι, αρχιστράτηγοι και κατακτητές; Ε, αυτοί και μόνοι ήταν αυτεξούσιοι. Νόμοι δεν υπήρχαν – απλώς αποφάσεις των ισχυρών που άλλαζαν κατά βούληση. Όριο δεν γνώριζαν οι ελέω Θεού απόλυτοι μονάρχες. Για μία λέξη έχανες το κεφάλι σου. Ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε ίχνος. Δούλοι παντού, σκλάβοι, μουζίκοι και δουλοπάροικοι. Από την Magna Carta του 1215 ως τη Διακήρυξη Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ (1776) και τη Γαλλική Επανάσταση (1789), ο δρόμος ήταν μακρύς. Η πορεία συνεχίζεται.
Η ανθρωπότητα βαδίζει από την απολυταρχία προς την ελευθερία – από την απόλυτη ισχύ στην συρρίκνωση και την κατάργησή της. Γι αυτό δεν πρέπει να αφορίζουμε τους αναρχικούς. Είναι οι προπομποί ενός ιδανικού μέλλοντος που μακάρι να έρθει, έστω κι αν δεν το δούμε εμείς. Ενός μέλλοντος που θα ελαχιστοποιήσει την βία και την αυθαιρεσία και θα μεγιστοποιήσει την ελευθερία. Μοιάζει ουτοπικό, αλλά δεν είναι ανέφικτο.
Φυσικά, όταν μιλάω για αναρχικούς, δεν εννοώ βομβιστές, μπαχαλάκηδες και τρομοκράτες. Ο πραγματικός αναρχικός είναι το αντίθετο του τρομοκράτη. Μισεί κάθε εξουσία – και η βία είναι εξουσία.
Πριν από λίγες μέρες ένας αναρχικός καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλάκιση. Οι ενδείξεις για την ενοχή του ήταν ελάχιστες – και πολλοί υποψιάστηκαν ότι στην καταδίκη του έπαιξε ρόλο η κλασική προκατάληψη για τους αναρχικούς
Του Νίκου Δήμου, αναδημοσίευση από το protagon.gr