Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Παγιδευμένοι στον ίλιγγο της τρομολαγνείας

Τι σχέση μπορεί να έχει η συνεχής ροή απίθανων πληροφοριών για μια πρωτοφανή αεροπορική τραγωδία όπως αυτή του Μπόινγκ των Μαλαισιανών αερογραμμών, η έκδοση στη χώρα μας δύο βιβλίων που υπογράφουν δολοφόνοι της 17Ν (Κουφοντίνας και Ξηρός) και μια τηλεοπτική εκπομπή όπου άγρια προσωπικά και οικογενειακά δράματα γίνονται θέαμα δακρύων και λιποθυμιών με πρόσχημα ότι μπορεί να επουλωθούν βαθιά τραύματα ψυχής από την παραπλανητική θέρμη των προβολέων;

Φαινομενικώς καμία. Εκτός από το γεγονός ότι το καθένα από αυτά τα μιντιακά γεγονότα τροφοδοτούν και συντηρούν ύπουλα τα μύχια υπολείμματα κανιβαλισμού, τα οποία παραμένουν στον πυρήνα των σύγχρονων κοινωνιών του υψηλού δημοκρατικού πολιτισμού μας, περιβεβλημένα την απενοχοποιητική λάμψη του σουξέ.

Ας μη γελιόμαστε, είμαστε τόσο εξοικειωμένοι στο μιντιακό σπλάτερ, έχει γίνει τόσο του συρμού το τελετουργικό διαφήμισης του τρόμου σε όλες του τις μορφές, ώστε έχουμε εθιστεί στον ηδονικό ίλιγγο του αρνητικού, του χυδαίου και του απάνθρωπου. Με μια σχεδόν σαρκική εξάρτηση καταναλώνουμε την αγριάδα, θεωρώντας ότι η μιντιακή προβολή των ακραίων φαινομένων, όπου εμπεριέχεται και η κριτική προσέγγισή τους, απαλείφει την αρνητική ένταση και εντέλει το ίδιο το αρνητικό γεγονός.

Μην ξεχνάμε ότι αυτή η χώρα το καλοκαίρι του 2002 κατανάλωνε την πιο άγρια, δολοφονική υπόθεση τρομοκρατίας (τηλεοπερέτες για τη σύλληψη των μελών της 17Ν) σαν συναρπαστικό υπερθέαμα, όπου οι πρωταγωνιστές, στυγεροί δολοφόνοι, γίνονταν οικεία πρόσωπα-της-διπλανής-πόρτας, ενώ θεσμοί της δημοκρατίας παραμερίστηκαν σε ουκ ολίγες στιγμές με ανυπόστατες, όπως αποδείχθηκε αργότερα, καταγγελίες για πολίτες που ευφάνταστα σενάρια και συνωμοσιολογικός λαϊκισμός τα ενέπλεκαν στην υπόθεση της «17 Νοέμβρη». Ηταν τέτοιος ο όγκος του θεάματος και τόσο μεγάλη η σύγχυση μεταξύ λαϊκών φαντασιώσεων, μιντιακών σκηνοθεσιών και μεταπολιτευτικών μυθολογιών, ώστε δεν θα μπορούσε παρά να καταλήξει όλο αυτό, ναι, και στην έκδοση βιβλίων από αυτούς που προβλήθηκαν. Εκείνο το απόθεμα θεαματικής φρίκης αποτέλεσε το ιδανικό διαφημιστικό πλαίσιο των δύο εκδόσεων για να επιτευχθεί ο «ιερός στόχος», το κέρδος.

Ουδεμία έκπληξη. Και η εκδήλωσή της μόνον υποκριτική μπορεί να είναι σε μια εποχή και έναν τόπο που εξακολουθεί να υποκλίνεται τυφλά στους όρους του τηλεοπτικού θεάματος. Οπως υποκριτική είναι και η αντιμετώπιση του χώρου των εκδόσεων σαν πεδίο όπου επικρατούν τα ευγενέστερα των ηθών. Αν ήταν έτσι δεν θα ’χαν κατακλύσει τα ράφια τα πολύ τηλεοπτικά εξώφυλλα, όχι μόνον λαϊκών, εφήμερων αναγνωσμάτων, αλλά ακόμη και κλασικών έργων. Οσο για τις πολιτικές επιπτώσεις; Η απενοχοποίηση της βίας με οποιοδήποτε άλλοθι και η ηρωοποίηση του δολοφόνου, του κακοποιού, του εγκληματία αποτελούν πλέον καθημερινή μιντιακή κατάσταση.

Και οι καταναλωτές του καναπέ, ακόμη και οι πλέον αφελείς που παραδίδονται σε δάκρυα συγκίνησης παρακολουθώντας live ανθρώπινες τραγωδίες, ψυχές να ξεφλουδίζουν on camera σε μια αναπαράσταση δημόσιας, «οικειοθελούς» εκτέλεσης της ψυχικής τους υγείας από τον ισόβιο στιγματισμό τους, που γίνεται υπό την καθοδήγηση υπέρλαμπρης, ατσαλάκωτης παρουσιάστριας, εκτίθενται εξίσου σε μια ύπουλη βία, ίσως τη χειρότερη και την πιο πολιτική από οποιαδήποτε ψευδοεπαναστατική ρητορεία, αυτή της εξαθλίωσης της ανθρώπινης προσωπικότητας.

Αλλά εδώ, ουδείς διαμαρτύρεται, ουδείς υπερασπίζεται τα θύματα και τους συγγενείς, αντιθέτως κάτι τέτοιο θεωρείται σόου, το οποίο «ελευθέρως» ο θεατής μπορεί να επιλέξει να μην παρακολουθήσει. Και όχι μόνο, αλλά θεωρείται και «βοήθεια» προς την πάσχουσα ψυχή αυτή η δημόσια τάχα εξομολόγηση του δράματος και η ψευδοπαρηγοριά ότι ακούν και συμπάσχουν οι θεατές. Με τον μανδύα του λαϊκού θεάματος ενδύεται η χυδαιότερη μορφή κουτσομπολιού και ηδονοβλεψίας.

Αλλά ακριβώς αυτό το στοιχείο, η ηδονοβλεπτική απόλαυση του «απαγορευμένου», του «ανοίκειου», αποτελεί την αιτία του σουξέ όλων αυτών των μιντιακών «εδεσμάτων». Οσο δε περισσότερο εγείρουν αντιδράσεις, όσο επικρίνονται και όσο τα αληθινά θύματά τους -όπως οι συγγενείς των δολοφονηθέντων από την 17Ν- εκφράζουν τα συναισθήματα πόνου και αποτροπιασμού, τόσο πιο ερεθιστικά αληθινή γίνεται η μυρωδιά του «αίματος».

Με τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο λόγο η παγκόσμια κοινότητα κατανάλωσε απίθανα σενάρια φρίκης για την τύχη του Μπόινγκ με τις 250 περίπου ψυχές να αγνοούνται και τους συγγενείς τους να σπαρταρούν από πόνο. Ο εθισμός στη φρίκη έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε σε κάθε τραγωδία πρώτα φτάνουν στα παγκόσμια δίκτυα ερασιτεχνικά βίντεο, όπου έχει αποτυπωθεί live ο θάνατος, και κατόπιν οι ειδήσεις για το γεγονός.

Η πλειοδοσία του τρόμου και της φρίκης αποκτά παραληρηματικές διαστάσεις. Αλλά η σύγχρονη τραγωδία μας δεν είναι ούτε οι εκδόσεις βιβλίων τρομοκρατών και ο κυνισμός της κερδοσκοπίας τους από το αποτρόπαιο ούτε τα τηλεοπτικά θεάματα βίας και εξαθλίωσης, αλλά ο πεισματικός αφανισμός των αισθητικών κριτηρίων, είτε αφορούν τη συγγραφή είτε την τηλεόραση.

Αναδημοσίευση από την Καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου